ζηλωτής - translation to English
Diclib.com
Online Dictionary

ζηλωτής - translation to English


ζηλωτής         
zealot
zealot      
n. φανατικός, ζηλωτής

Wikipedia

Ζηλωτής
Οι Ζηλωτές ήταν ένα είδος πολιτικού κόμματος, που υπερασπιζόταν τα συμφέροντα των